Στη καταστροφή της Μ. Ασίας πάνω από 1.500.000 πρόγονοι μας εκδιώχθηκαν από τη πατρίδα τους και εγκαταστάθηκαν βίαια σε διάφορες περιοχές της Ελλάδα. Περίπου 3.000 πόλεις, κωμοπόλεις και χωριά άλλαξαν κατοίκους.
Αξίζει να σημειωθεί πως ανταλλαγή πληθυσμών που πραγματοποιήθηκε μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας ήταν υποχρεωτική λες και αντάλλασσαν αντικείμενα, όχι ανθρώπους.
Στην ταξική κοινωνία που ζούσαν οι προγονοί μας τότε αλλά και σε αυτή που ζούμε εμείς σήμερα, τα συμφέροντα των κυρίαρχων τάξεων είτε της Τουρκίας είτε της Ελλάδας είτε των Μεγάλων Συμμάχων αυτά τα θεωρούν λεπτομέρειες.
Στη Πάτρα, στο Ρίο, και στον Απιδεώνα εγκαταστάθηκαν 7.500 πρόσφυγες και αρκετές χιλιάδες ακόμα στο Αίγιο. Οι πρόσφυγες που έφτασαν στη Πάτρα, κατάγονταν κυρίως από τη Σμύρνη, από τον Πόντο, από την Κύζικο, από τον Πάνορμο και από την Κωνσταντινούπολη. Κυνηγημένοι από τις πατρίδες τους δεν είχαν πάρει μαζί τους παρά μόνο ελάχιστα πράγματα – γεγονός που μαζί με τη κρατική αστοργία είχε ως συνέπεια να περιέλθουν απαρχής σε άθλια οικονομική κατάσταση και να γίνουν πολύ γρήγορα αντικείμενα στυγνής εκμετάλλευσης από εγχώριους επιχειρηματίες.
Σχετικές μαρτυρίες αναφέρουν πως πολλοί πρόσφυγες αναγκάζονταν να εργάζονται στα ξυλουργία και στα σταφιδεργοστάσια της Πάτρας από 12 έως 14 ώρες με ημερήσια αμοιβή μόλις 15 δραχμές και χωρίς καμιά ασφάλεια.
Οι προσφυγοπούλες δούλευαν με εξευτελιστικά μεροκάματα σε υφαντουργία – ενώ ορισμένες αναγκάζονταν να δουλεύουν επιπλέον στα σπίτια των εργοστασιαρχών ως υπηρέτριες εντελώς δωρεάν.
Η αξιοποίηση των προσφύγων ως φθηνό εργατικό δυναμικό, έφερε τον εκβιασμό των εργατών της πόλης. Οι εργοδότες της Πάτρας μείωναν τις αμοιβές και τα δικαιώματά τους. Στο εργατικό κέντρο δημιουργήθηκαν δυο τάσεις.
Η μία ζητούσε την αποπομπή των προσφύγων υποστηρίζοντας πως ρίχνουν τα μεροκάματα και κουβαλάνε αρρώστιες.
Η άλλη που ήταν πλειοψηφούσα, ζητούσε τη παύση της εκμετάλλευσης τους, τις ίδιες αμοιβές και δικαιώματα. Με την πρόοδο του χρόνου, οι εργαζόμενοι που ήρθαν από την Μ. Ασία διωγμένοι, εντάχθηκαν στις γραμμές του εργατικού κινήματος, συμμετείχαν στους αγώνες ενάντια στην εκμετάλλευση δίνοντας ακόμα και την ζωή τους.
Στις δυσκολίες των πρώτων ετών προστίθεται και το γεγονός πως οι πρόσφυγες που είχαν χάσει τις περιουσίες τους στη Μ. Ασία, πήραν για αυτές ομολογίες προσφυγικού δανείου ασήμαντης αξίας.
Επιπλέον σκόπελος στην ομαλή εγκατάσταση των προσφύγων αποτελούσε και η στάση μιας μερίδας «εθνικοφρόνων γηγενών» καθώς και ένα κομμάτι του κλήρου (π.χ. οι καλόγεροι του Γεροκομείου βλ. Εφημερίδα «Νεολόγος» [φ.28/05/1925]) που τους περιφρονούσαν, τους στιγμάτιζαν ως «τουρκόσπορους», «τουρκική λαίλαπα» ακόμα και κλέφτες τους έλεγαν και απαιτούσαν το εξαγνισμό της χώρας από τη παρουσία τους.
Σύμφωνα μάλιστα με τον πατραϊκό τύπο Εφημερίδα «Νεολόγος» (φ.16/09/1922) οι πρόσφυγες κατηγορήθηκαν επιπλέον και με το ελάττωμα της οκνηρίας.
Η δυναμικότητα ωστόσο των προσφύγων τους επέτρεψε να περάσουν σχετικά γρήγορα τις μεγάλες αντιξοότητες και να δώσουν ζωή στη συνέχεια οι ίδιοι στην Πάτρα με την άμεση συμμετοχή τους στις οικονομικές, κοινωνικές, πολιτικές και πολιτιστικές της δραστηριότητες.
Η δυναμικότητα ωστόσο των προσφύγων τους επέτρεψε να περάσουν σχετικά γρήγορα τις μεγάλες αντιξοότητες και να δώσουν ζωή στη συνέχεια οι ίδιοι στην Πάτρα με την άμεση συμμετοχή τους στις οικονομικές, κοινωνικές, πολιτικές και πολιτιστικές της δραστηριότητες.
Συγκεκριμένα συγκρότησαν διάφορες αθλητικές ομάδες όπως η «Θύελλα Πατρών», ο «Άρης» και ο «Ολυμπιακός Πατρών» ποδοσφαιριστής μάλιστα της οποίας ήταν ο Ν. Πολυκράτης ο κατοπινός θρύλος καπετάν Νικήτας. Συνέβαλλαν πνευματικά, με επιστήμονες και διανοούμενους όπως τον Φώτη Αγγουλέ, τον Δημήτρη Γληνό, Μενέλαο Λουντέμη, Διδώ Σωτηρίου, Γιώργο Σεφέρη κ.α. Έχτισαν τον ναό της Αγίας Φωτεινής, στη περιοχή των Προσφυγικών, προς ανάμνηση του ομώνυμου Καθεδρικού ναού της Σμύρνης.
Ίδρύσαν τον «Παμμικρασιατικό Σύνδεσμο Πατρών και Περίχωρων», ο οποίος συνεχίζει να αποτελεί αγωνιστικό μετερίζι των προσφύγων αλλά και όλων των κατοίκων των Πατρών μέχρι και σήμερα.
Η δράση και η προσφορά τους όμως δεν σταμάτησε εκεί. Οι πρόσφυγες της Μ. Ασίας έδωσαν ακόμα και την ζωή τους για την υπόθεση της εργατικής τάξης της Ελλάδος. Στη πανεργατική απεργία το 1935 στη Πάτρα σκοτώνεται ο 17χρονος πρόσφυγας οικοδόμος Σταύρος Νησίδης (Εφ. Νεολόγος, φ.11/09/1935). Το 1937 παρ’ όλες τις διώξεις, που είχε εξαπολύσει η Ασφάλεια σε βάρος κάθε κομμουνιστή αλλά και κάθε άλλου μαχητικού δημοκρατικού πολίτη δύο από τους πυρήνες του ΚΚΕ δρούσαν παράνομα στη περιοχή των Προσφυγικών με επικεφαλή τον Κυρ. Αλατσατιανό και τον Ελευθ. Πουλίδη.
Το 1940 στον ελληνοιταλικό πόλεμο ο Ν. Πολυκράτης και άλλοι πρόσφυγες της Πάτρας τιμούνται για τα ανδραγαθήματα τους (Εφ. Νεολόγος, φ.11/02/1941).
Ενώ η Αστυνομική Διεύθυνση Πάτρας την ίδια περίοδο κρατάει αναλυτική κατάσταση των προσφύγων που συμμετέχουν στον Ελλάς και στον ΔΣΕ με την οποία ενημερώνουν τις αρχές κατοχής.
Κορυφαία στιγμή της προσφοράς των προσφύγων ενάντια στους γερμανοφασίστες αποτελεί το Μπλόκο των Προσφυγικών το οποίο χρήζει ιδιαίτερης αναφοράς και που ο «Παμμικρασιατικός Σύνδεσμο Πατρών και Περίχωρων» δεν λησμονεί να τιμά κάθε χρόνο.
Συγκεκριμένα τη περίοδο εκείνη η τρομοκρατία των γερμανών κατακτητών απλώνονταν σε όλους τους κατοίκους της πόλης, που δεν ήθελαν να αποδεχτούν τη ναζιστική τυραννία. Στις 27 Οκτωβρίου 1943 οι γερμανοί πραγματοποίησαν μεγάλης έκτασης επιδρομή στη περιοχή, το λεγόμενο Μπλόκο, ύστερα από πληροφορία που είχε δώσει η τοπική ελληνική Ειδική Ασφάλεια, σύμφωνα με την οποία στο συνοικισμό των Προσφυγικών υπήρχαν από αντιστασιακούς πολλά όπλα και πολεμοφόδια.
Τα Προσφυγικά ήταν στο κέντρο της αντίστασης με πρωτοπαλίκαρο τον Νίκο Πολυκράτη, γνωστός ως καπετάν Νικήτας, ηγετική μορφή της Εθνικής Αντίστασης και του Δημοκρατικού Στρατού.
Οι γερμανοί χρησιμοποιώντας μηχανοκίνητα μέσα περικύκλωσαν το συνοικισμό και στη συνέχεια άρχισαν τους εκφοβιστικούς πυροβολισμούς, από τους οποίους σκοτώθηκε η 8χρονη Παναγιώτα Μαρινέλλη, τις έρευνες σε σπίτια και τη διενέργεια συλλήψεων σε μεγάλη κλίμακα.
Συγκέντρωσαν γύρω στους 2.500 άνδρες σε διάφορα σημεία της συνοικίας και με βάση τις σχετικές υποδείξεις ελλήνων συνεργατών τους, ιδεολογικών προγόνων των σημερινών φασιστών της Χρυσής Αυγής, υπέδειξαν πάνω από 200 άτομα που οδηγήθηκαν τελικά στις φύλακες του Λυμπερόπουλου.
Ανάμεσα τους ήταν και μερικοί Ιταλοί, που τους έκρυβαν οι κάτοικοι της περιοχής με ρίσκο την ίδια τους τη ζωή.
Αρκετοί από τους συλληφθέντες μπόρεσαν να δραπετεύσουν με τη βοήθεια των οργανώσεων του ΕΑΜ.
Όσοι δεν τα κατάφεραν στάλθηκαν από τους κατακτητές στα γερμανικά στρατόπεδα συγκέντρωσης, ενώ 63 (έχουν διασωθεί τα ονόματα των 51) εκτελέστηκαν 3 μήνες (4/12/1943) μετά το Μπλόκο στη μάντρα των φυλακών. Ήσαν κυρίως νέοι που στη συντριπτική τους πλειοψηφία ήταν δραστήρια μέλη της ΕΠΟΝ, μεταξύ τους και δύο παιδιά 14 και 15 ετών.
Τα χρόνια πέρασαν, οι πρόσφυγες της Πάτρα θύματα των ιμπεριαλιστικών πολέμων, ρίζωσαν στη καινούργια τους πατρίδα παρ’ όλες τις δυσκολίες.
Έσμιξαν με τα όνειρα και τις αγωνίες της Πάτρας, προσφέροντας ταυτόχρονα τα πολύτιμα δώρα του θαυμαστού μικρασιατικού πολιτισμού και της ηρωικής στάσης ζωής τους. Οι θυσίες και το όραμά τους, είναι για μας παρακαταθήκη, οδηγός και καθοδηγητής στους καθημερινούς αγώνες μας. Αγώνες που μπορεί να έχουν θυσίες, πισωγυρίσματα, ήττες, αλλά είναι οι μόνοι ανθρώπινοι, που ανοίγουν δρόμο για την νίκη του λαού.