Ο Άκης Σταυρόπουλος έχασε την τελευταία μάχη ενός άνισου πολέμου.!

Άκης

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ

Δευτέρα 08-02-2021

Έδωσε την τελευταία  του μάχη σε έναν άνισο πόλεμο, παλικαρίσια, με θάρρος και αξιοπρέπεια όπως έκανε πάντα..!

Ο Άκης διάλεξε τη Κυριακή για να ταξιδέψει στην αγκαλιά της χειμωνιάτικης λιακάδας.., ίσως γιατί τη Κυριακή την αγαπούσε περισσότερο απ’ όλες τις μέρες, μαζί της ήταν που έτρεχε στις αλάνες και τα γήπεδα..!

Η είδηση του θανάτου του έπεσε βαριά στην γειτονία των προσφυγικών, παντού συναντούσες θλιμμένα βλέμματα και την αγανάκτηση που γεννά το άδικο, οι κουβέντες όλων λιγοστές, «έφυγε ο Άκης».., «όχι ρε φίλε, άδικο»..!

Οι φίλοι του (μόνο φίλους είχε) στέκονταν όρθιοι, δυο – δυο, εδώ κι εκεί, συνοφρυωμένοι και αμίλητοι..!

Κάποιοι κάθονταν έξω από το κουρείο με το τσιγάρο στο στόμα, λες και θα τον ξανάβλεπαν..!

Ο Άκης (Θόδωρος Σταυρόπουλος) ήταν παλαίμαχος ποδοσφαιριστής, είχε παίξει στον Άρη, στη Θύελλα και το Πάτραι.

Τον αγαπούσαν όλοι γιατί ήταν ευγενικός, δίκαιος, χιουμορίστας και είχε πάντα μια καλή κουβέντα για όλους. Ήταν το γελαστό παιδί, ο αιώνιος έφηβος..!

Ήταν ο Άκης μας.!

Το κουρείο που εργάζονταν μαζί με τον πατέρα του, τον Κώστα, ήταν τόπος συνάντησης των ποδοσφαιρόφιλων, όλοι οι φίλοι του θα περνούσαν από εκεί για ψιλοκουβέντα και το σχετικό πείραγμα..!

Το Δ.Σ του Παμμικρασιατικού Συνδέσμου Πατρών & Περιχώρων, μέσω αυτού του Δ.Τ θέλει να εκφράσει τα ειλικρινή του συλλυπητήρια προς την οικογένεια του Άκη και τους πολλούς φίλους του..!

Το Διοικητικό Συμβούλιο

 

 

Κώστας Βάρναλης, ο ποιητής της εργατιάς και της προσφυγιάς

Κώστας Βάρναλης, ο ποιητής της εργατιάς και της προσφυγιάς

Κώστας Βάρναλης

Σαν σήμερα «έφυγε» ο Κώστας Βάρναλης, αφήνοντας άσβεστο το φως που πάντα καίει… VIDEO.

Ήταν Δευτέρα 16 του Δεκέμβρη 1974, το απόγευμα, και το θέατρο «Αλίκη» είχε πλημμυρίσει μέσα κι έξω από κόσμο. Τόσος κόσμος που ήταν αδύνατο να χωρέσει ακόμη και σε άλλο χώρο με διπλάσια και τριπλάσια χωρητικότητα. Χρειαζόταν στάδιο, έγραψαν την άλλη μέρα οι εφημερίδες. 
Τούτος ο κόσμος είχε έρθει να τιμήσει έναν δικό του άνθρωπο, τον μπαρμπα-Κώστα.
Έναν δικό του ποιητή, τον φιλόσοφο ποιητή της εργατικής τάξης Κώστα Βάρναλη. 
Ήταν μια εκδήλωση οργανωμένη από την Ένωση Συντακτών Ημερησίων Εφημερίδων Αθηνών προς τιμήν του αρχαιότερου μέλους της, διότι ο τιμώμενος Κώστας Βάρναλης είχε υπηρετήσει τις Τέχνες και τα Γράμματα όχι μόνο ως μεγάλος ποιητής αλλά και ως εξαίρετος δημοσιογράφος, του οποίου οι επιφυλλίδες από την ΠΡΩΙΑ, τον ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗ και την προδικτατορική ΑΥΓΗ  είχαν αφήσει εποχή. 

1959. Ιούλης, Μόσχα. Στην τελετή του βραβείου Λένιν
1959. Ιούλης, Μόσχα. Στην τελετή του βραβείου Λένιν
Την εκδήλωση προλόγισε ο πρόεδρος της Ένωσης Σπύρος Γιαννάτος ενώ ο πρόεδρος του ΕΔΟΕΑΠ Γ. Καράτζας μίλησε για τον Βάρναλη- Δημοσιογράφο. Στη συνέχεια στο βήμα ανέβηκε ένας άλλος μεγάλος ποιητής, ο Νικηφόρος Βρεττάκος. 
Ο ομιλητής – όπως έγραψε την άλλη μέρα ο «Ριζοσπάστης» – εξέτασε το έργο του Βάρναλη στο σύνολό του, αρχίζοντας από την εποχή που ξεκίνησε μαζί με τον Καζαντζάκη και τον Σικελιανό. «Ηταν – είπε – μια εποχή που παρουσίαζε μεγάλα κενά εξαιτίας της κρίσης των παλιών αξιών που στήριζαν ως τότε την πίστη του κόσμου. 
Ο Βάρναλης συντάχθηκε με τις νέες ιδέες που υπόσχονταν έναν αταξικό καλύτερο κόσμο παίρνοντας με την τέχνη του θέση μάχης απέναντι στο κοινωνικό κατεστημένο, το γιομάτο από αδικίες και αθλιότητες». Ο Βρεττάκος έκανε ευρεία αναφορά στη ζωή και στο έργο του Βάρναλη και κατέληξε λέγοντας: «Ο ποιητής σεβάστηκε τα εμπόδια που του έβαζε η συνείδησή του κι έμεινε στο χώρο του χρέους του, όπως έμειναν όλοι οι έντιμοι “προπηλακισθέντες και εμπτυσθέντες” και όχι μόνο τα σύμβολά του, ο Προμηθέας, ο Ιησούς και ο Σωκράτης».

1912. Κράσι Κρήτης. Από αριστερά: Κώστας Βάρναλης,
 Χαρίλαος Στεφανίδης, Νίκος Καζαντζάκης, Γαλάτεια Καζαντζάκη

Την εκδήλωση χαιρέτισαν ο Στέφανος Πεσματζόγλου, παλιός διευθυντής της εφημερίδας ΠΡΩΙΑ και πρώτος διευθυντής του Βάρναλη στη δημοσιογραφία, ο Γιώργης Βαλέτας και ο Γενικός Γραμματέας της Εταιρείας Ελλήνων Λογοτεχνών, ο λογοτέχνης Γιάννης Μαγκλής. Ποιήματα του Βάρναλη διάβασαν οι ηθοποιοί Ελένη Χατζηαργύρη και Μάνος Κατράκης.
Ξεχωριστή στιγμή στην εκδήλωση ήταν όταν ο Γιάννης Ρίτσος διάβασε ένα ποίημά του που είχε γράψει για τον Βάρναλη στα 1956, απ’ αφορμή τη συμπλήρωση 50 χρόνων παρουσίας του τελευταίου στα ελληνικά γράμματα:

«Ποιητή, σ’ είδαμε πάντα στο πλευρό του λαού μας με σκέψη και με πράξη. Ο λόγος σου σπαθί, νυστέρι και φωτιά που φωτάει και φως που καίει. Σ’ είδαμε πάντα με την παλάμη σου ανοιχτή, δίπλα στ’ αυτί, για ν’ αφουγκράζεσαι πίσω απ’ τα τείχη τη στρογγυλή βουή του Ιστορικού, αναπότρεπτου ήλιου. Αυτόν τον ήλιο μας έδειξες»!

Πλησιάζοντας στο τέλος…
Ο Βάρναλης το βράδυ της Τετάρτης 4 του Δεκέμβρη του 1974 εισήχθη επειγόντως στη Γενική Κλινική Αθηνών αλλά το πρωί της μέρας που θα γινόταν η εκδήλωση της ΕΣΗΕΑ πήρε εξιτήριο κι επέστρεψε σπίτι του, χωρίς όμως να είναι σε θέση να υποστεί την ταλαιπωρία που θα επέβαλλε η παρουσία του στην, τόσο τιμητική γι’ αυτόν, βραδιά της Ένωσης Συντακτών. Όλα πάντως έδειχναν ότι είχε ξεφύγει τον κίνδυνο. Ήταν ευδιάθετος, ακμαίος κι όταν έφευγε από την κλινική ευχαρίστησε τις νοσοκόμες ζητώντας παράλληλα συγνώμη «που τις είχε κουράσει».

1934. Η δημοσιογραφική του ταυτότητα

Μετά το τέλος της εκδήλωσης αντιπροσωπεία της ΕΣΗΕΑ τον επισκέφτηκε στο σπίτι του και του επέδωσε τιμητικό μετάλλιο ενώ λίγες στιγμές αργότερα ο ποιητής συζητούσε με οικείους του, που πήγαν στην εκδήλωση, για τις εντυπώσεις τους απ’ αυτήν. Ο ίδιος εξέφρασε την ικανοποίησή του για το ποίημα του Ρίτσου αλλά και την εμπιστοσύνη που έτρεφε στο πρόσωπο του Βρεττάκου. «Το ποίημα του Ρίτσου ήταν πολύ καλό», φέρεται να είπε. Κι όταν του ανέφεραν πως ο Βρεττάκος μίλησε πολύ καλά, απάντησε: «Το περίμενα».
Λίγο αργότερα ένιωσε αδιαθεσία και παρακάλεσε τη νοσοκόμα του κ. Γαρίτη και τον σύζυγο της θετής του κόρης Ελένης, να τον αφήσουν να ξεκουραστεί. «Είμαι πολύ κουρασμένος», τους είπε.

Μια ώρα αργότερα η νοσοκόμα τον βρήκε πεσμένο στο μπάνιο, χωρίς σφυγμό και κάθιδρο. Αμέσως κλήθηκε ο γιατρός Β. Σπανός που έφτασε λίγα λεπτά αργότερα και από την εξέταση διαπίστωσε εμφραγματική δύσπνοια με όλα τα σχετικά συμπτώματα. Στις 9.45 μ.μ. ο Βάρναλης εισήχθη και πάλι στη Γενική Κλινική Αθηνών, όπου παρά τις προσπάθειες των γιατρών η καρδιά του έπαψε να χτυπά στις 9.50 μ.μ. Ηταν πάνω από 90 ετών.

Στο πιο γνωστό και, ίσως, πιο σημαντικό από τα ποιητικά του έργα, στο «Φως που καίει», ο Βάρναλης έχει έναν ποιητικό πρόλογο που αναφέρεται στη θάλασσα. Ίσως αυτό το ποίημα, με όλους τους συμβολισμούς και τα νοήματά του, να εκφράζει καλύτερα τον άνθρωπο Βάρναλη μπρος στη ζωή και μπρος στο θάνατο.

«Να σ’ αγναντεύω, θάλασσα, να μη χορταίνω, / απ’ το βουνό ψηλά / στρωτήν και καταγάλανη και μέσα να πλουταίνω / απ’ τα μαλάματά σου τα πολλά.
Να ‘ναι χινοπωριάτικον απομεσήμερ’, όντας / μετ’ άξαφνη νεροποντή / χυμάει μες απ’ τα σύννεφα θαμπωτικά γελώντας / ήλιος χωρίς μαντύ.

Να ταξιδέβουν στον αγέρα τα νησάκια, οι κάβοι, / τ’ ακρόγιαλα σα μεταξένιοι αχνοί / και με τους γλάρους συνοδιά κάποτ’ ένα καράβι / ν’ ανοίγουν να το παίρνουν οι ουρανοί.

Ξανανιωμένα απ’ το λουτρό να ροβολάνε κάτου / την κόκκινη πλαγιά χορεφτικά / τα πέφκα, τα χρυσόπεφκα, κι ανθός του μαλαμάτου / να στάζουν τα μαλλιά τους τα μυριστικά.

Κι αντάμα τους να σέρνουνε στο φωτεινό χορό τους / ως μέσα στο νερό / τα ερημικά χιονόσπιτα – κι αφτά μες τ’ όνειρό τους / να τραγουδάνε, αξύπνητα καιρό.

Έτσι να στέκω θάλασσα παντοτινέ έρωτά μου, / με μάτια να σε χαίρομαι θολά / και να ‘ναι τα μελλούμενα στην άπλα σου μπροστά μου, / πίσω κι αλάργα βάσανα πολλά.

Ως να με πάρεις κάποτε, μαργιόλα συ, / στους κόρφους σου αψηλά τους ανθισμένους / και να με πας πολύ απ’ τη μάβρη τούτη Κόλαση, μακριά πολύ κι από τους μάβρους κολασμένους…».

Η ζωή και το έργο του – Περίοδος πρώτη
Ο Κώστας Βάρναλης γεννήθηκε το 1884 στον Πύργο της Βουλγαρίας, αν και σε ορισμένες πηγές ως έτος γέννησής του αναφέρεται το 1883 και αλλού το 18815. Ο πατέρας του καταγόταν από τη Βάρνα, ήταν τσαγκάρης και λεγόταν Γιαννάκος. Η μάνα του καταγόταν από την Αχελώ (Αγχίαλο) και λεγόταν Αλίσαβα (Ελισάβετ). Για τον τόπο καταγωγής του ο Βάρναλης αναφέρει μια πολύ ενδιαφέρουσα ιστορία που φανερώνει τον εθνικιστικό μεγαλοϊδεατισμό της παπαρρηγοπούλειας ελληνικής διανόησης. «Γεννήθηκα – γράφει- στον Πύργο της Βουλγαρίας. Βουλγαρίας! Πώς να μη θυμηθώ το μακαρίτη Παύλο Καρολίδη, καθηγητή της Ιστορίας στο ελληνικό Πανεπιστήμιο; Φοιτητής εγώ του έδωσα να μου υπογράψει τις αποδείξεις ακροάσεων για να δώσω τις γενικές μου εξετάσεις. Έγραψα σ’ αυτές τις αποδείξεις: “Ο φοιτητής της φιλοσοφικής σχολής Βάρναλης Κωνσταντίνος του Ιωάννου, εκ Πύργου Βουλγαρίας κτλ.”. Μόλις ο Καρολίδης διάβασε “εκ Πύργου Βουλγαρίας” μου έδωσε πίσω τις αποδείξεις χωρίς να τις υπογράψει. Και μ’ ένα αγαθό και ειρωνικό μαζί χαμόγελο μου είπε: “Δεν είναι Πύργος της Βουλγαρίας!”. Έτσι αναγκάστηκα να διορθώσω το σφάλμα μου και να γράψω “εκ Πύργου της Βορείου Θράκης”. Αυτό το ασήμαντο επεισόδιο δείχνει τη νοοτροπία της γενιάς του 1905. Ένας σοφός καθηγητής της ιστορίας ήτανε τόσο σοβινιστής, που να θεωρεί τις λέξεις και τους τύπους ανώτερους από τις ιστορικές πραγματικότητες».

1935. Μόσχα. Με τον Δ. Γληνό (δεξιά) και τον Κανονίδη,
διευθυντή του ελληνικού θεάτρου του Σοχούμ,
στο συνέδριο Σοβιετικών συγγραφέων

Στα 1898 ο Βάρναλης τελείωσε την έβδομη τάξη της «Αστικής Σχολής Πύργου» και συνέχισε τις σπουδές του στα Ζαφείρια Διδασκαλεία της Φιλιππούπολης. «Αμα τελείωσα τα Ζαφείρια – γράφει ο ίδιος8- παιδί αμούστακο δεκαοχτώ χρονώ, διορίστηκα δάσκαλος στο σκολειό του Πύργου με μισθό 600 λέβια το χρόνο, ήγουν με 1,70 μεροκάματο!… Δεν πρόφτασα όμως να εξασκήσω τα υψηλά μου διδασκαλικά καθήκοντα. Και σ’ αυτήν την περίσταση η Μοίρα μου με κυνήγησε. Ενα κυριακάτικο απομεσήμερο λαβαίνω κάποιο συστημένο γράμμα από την κοινότητα της Βάρνας γεμάτο σφραγίδες κι επισημότητες και με την αντρέσσα γραμμένην ελληνικά… Το ανοίγω και διαβάζω πως η κοινότητα της Βάρνας το θεωρούσε τιμή της, “ότι εν των τέκνων αυτής ηρίστευσεν εις εγκυκλίους σπουδάς του” και μου προτείνει να με στείλει να σπουδάσω εις το “Αθήνησι Πανεπιστήμιον” από το κληροδότημα του Βαρναίου Νικολάου Παρασκευά Φιλολογίαν ή …Θεολογίαν. Μα γιατί η κοινότητα της Βάρνας με θεωρούσε “τέκνον” της. Επειδή ο πατέρας μου ήταν από τη Βάρνα. Το επίθετο Βάρναλης θα πει Βαρναίος. Δέχτηκα να σπουδάσω φιλολογία με την κρυφή χαρά πως θα επισκεπτόμουνα τη χώρα των ονείρων μου, την Ελλάδα. Τη χώρα του αρχαίου μεγαλείου, της Σοφίας, της Ομορφιάς και της Ελευθερίας!».
Στη Φιλοσοφική σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών ο Βάρναλης θα γραφεί το 1903 και θα αποφοιτήσει το 1908. Από την ίδια σχολή ανακηρύχτηκε και διδάκτωρ. Στα 1909 πρωτοδιορίστηκε ελληνοδιδάσκαλος στην Αμαλιάδα και κατόπιν υπηρέτησε ως σχολάρχης στην Αργαλαστή, στα Μέγαρα και στην Κερατιά. Το 1912-13 με τους Βαλκανικούς Πολέμους επιστρατεύτηκε. Ο ίδιος περιγράφει με εξαιρετικό σαρκασμό την εποχή: «Το Σεπτέμβριο του 1912 – γράφει – η ελληνική ζωή τραντάχτηκε από τα θεμέλιά της. Η ζωή της καθημερινής ρουτίνας με τις μικρομιζέριές της, με το πολιτικό κουτσομπολιό των εφημερίδων και της Βουλής, με το γλωσσικό και το σταφιδικό ζήτημα τινάχτηκε απάνω σοβαρή κι επίσημη και πήρε ορμές και πόζες ηρωικές. Η Ψωροκώσταινα πέταξε τα κουρέλια της και την ασκήμια των πρώιμων γηρατειών της και μεταμορφώθηκε ξαφνικά σε πολεμόχαρη Αθηνά νέα κι ωραία και… σοφή… Γενική επιστράτεψη ενάντια στους “προαιώνιους” εχθρούς».

Ο Βάρναλης έκανε την πρώτη του εμφάνιση στα Ελληνικά Γράμματα με ποιήματα που δημοσίευσε στο περιοδικό ΝΟΥΜΑΣ του Δ. Ταγκόπουλου. Τα ίδια αυτά ποιήματα συμπληρωμένα τα περιέλαβε στην πρώτη του ποιητική συλλογή υπό τον γενικό τίτλο ΚΗΡΗΘΡΕΣ που κυκλοφόρησε το 1905. Βέβαια, πρώτη του ποιητική δουλιά ήταν οι ΠΥΘΜΕΝΕΣ, μια ποιητική συλλογή που εκδόθηκε μετά το θάνατό του, αφού προηγουμένως εντοπίστηκε στο Αρχείο του Κωστή Παλαμά. Ο Βάρναλης είχε στείλει τους ΠΥΘΜΕΝΕΣ στον Παλαμά, ζητώντας απ’ αυτόν την κριτική και τις συμβουλές του, επιθυμία στην οποία ο Παλαμάς ανταποκρίθηκε. Σ’ ένα κείμενό του, γραμμένο στα χρόνια της κατοχής απ’ αφορμή το θάνατο του Παλαμά, ο Βάρναλης περιγράφει ως εξής εκείνη την επαφή του με το μεγάλο δάσκαλο. «Του ‘στειλα με το Ταχυδρομείο σ’ ένα φάκελο χειρόγραφα ποιήματά μου και τον παρακαλούσα να μου πει τη γνώμη του. Καθαρογραμμένα, καλλιγραφημένα. Αυτό ήτανε το μοναδικό τους προσόν. Ύστερα από μέρες πήρα μια “βραχεία”. Μου έγραφε: “Φίλε… συνάδελφε!”. Πωπώ! Πήγα να τρελαθώ απ’ τη χαρά μου».

Τις ΚΗΡΗΘΡΕΣ, την πρώτη δημοσιοποιημένη ποιητική συλλογή του Βάρναλη, την προλόγιζε ο ποιητής Στέφανος Μαρτζώκης, ένας ποιητής, που, όπως γράφει ο Μάρκος Αυγέρης, «οι νέοι τον εκτιμούσαν πολύ για τον αρμονικό στίχο του και τον θεωρούσαν σαν έναν από τους τελευταίους αντιπροσώπους της εφτανησιώτικης σχολής»12. Εγραφε ο Μαρτζώκης για τον Βάρναλη σ’ εκείνον τον πρόλογο13: «Ο νέος, τον οποίον παρουσιάζω, ημπορώ να το πω με μεγάλη μου χαρά ότι είναι αληθινός ποιητής».

Μετά τις ΚΗΡΗΘΡΕΣ ο Βάρναλης δημοσιεύει ποιήματα σε διάφορα λογοτεχνικά περιοδικά της εποχής, στην ΗΓΗΣΩ, στα ΓΡΑΜΜΑΤΑ και στη ΝΕΑ ΖΩΗ της Αλεξάνδρειας, στο ΒΩΜΟ, στον ΠΥΡΣΟ, στο ΛΟΓΟ κ.α. Το 1919 δημοσίευσε στο περιοδικό ΜΑΥΡΟΣ ΓΑΤΟΣ το μεγάλο ποίημα Ο ΠΡΟΣΚΥΝΗΤΗΣ, που ήταν αφιερωμένο στο Ν. Πολίτη. Με τον ΠΡΟΣΚΥΝΗΤΗ κλείνει η πρώτη περίοδος της ποιητικής διαδρομής του Βάρναλη. Μια περίοδος στην οποία ο ποιητής έδειξε το μεγάλο του ταλέντο, αλλά το έργο του κινείται στα κυρίαρχα ιδεολογικά μοτίβο, χωρίς συγκρούσεις με τις κατεστημένες αντιλήψεις. Ο αισθησιασμός, ο διονυσιασμός, η αρχαιολατρία, ακόμη και ο εθνικισμός είναι στοιχεία που σφραγίζουν το ποιητικό του έργο αυτής της περιόδου. Ο ΠΡΟΣΚΥΝΗΤΗΣ όμως είναι το μεταίχμιο. «Αποτελεί τη σύντομη μετάβαση από την πρώτη περίοδο στη δεύτερη», γράφει ο Μ. Μ. Παπαϊωάννου. Και προσθέτει: «Ο “Προσκυνητής” είναι το ορόσημο, ο σταθμός. Το παλιό συνυπάρχει με το καινούργιο. Ολος ο “Προσκυνητής” είναι νέα ποιότητα στο έργο του Βάρναλη. Ο παλιός και έμπειρος τεχνίτης του στίχου παρατάει το μικρό ποίημα και καταπιάνεται με το έπος, το μεγάλο ποίημα το χωρισμένο σε άσματα. Το παράδειγμα του Παλαμά, του εθνικού ποιητή, μαζί ίσως και του Βαλαωρίτη, ακόμα και του Σολωμού του θρέφει τις φιλοδοξίες: Να εκφράσει το έθνος, την εποχή, να γίνει ο οδηγητής του».

Για το ίδιο θέμα ο Γιάννης Κορδάτος σημειώνει: «Πολλοί χαρακτηρίζουν τον “Προσκυνητή” μεγαλόπνοο εθνικιστικότατο ποίημα. Σωστό είναι πως ο “Προσκυνητής”… έχει έντονη εθνικιστική νότα και ρητορικότητα, όχι όμως και σωβινισμό. Στο ποίημα υμνείται η Ελλάδα σε ολόκληρη την ιστορική της διαδρομή και σε όλες τις εκδηλώσεις της (ηρωισμός, διονυσιασμός, φύση, τέχνη, γυναίκες). Ο “Προσκυνητής” αποτελεί ορόσημο. Απαρχή της νέας ποιητικής δημιουργίας του Βάρναλη».

Περίοδος Δεύτερη – Ο επαναστάτης ποιητής
Ως κοινωνικός ποιητής ο Βάρναλης εμφανίζεται στα 1922 με το ΦΩΣ που ΚΑΙΕΙ. Είχαν μεσολαβήσει οι Βαλκανικοί Πόλεμοι, το μακελειό του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου αλλά και η Μεγάλη Οχτωβριανή Σοσιαλιστική Επανάσταση που έδωσε τεράστια αναγεννητική δύναμη στους λαούς όλου του κόσμου, φλόγισε τις ψυχές και τα μυαλά των ανθρώπων. Την περίοδο δε που ο Ποιητής γράφει αυτό το εκπληκτικό ποιητικό έργο, η Ελλάδα βιώνει τη Μικρασιατική εκστρατεία που σε λίγο θα εξελιχθεί σε καταστροφή.

Η στροφή του Βάρναλη στην κοινωνική ποίηση γίνεται στο Παρίσι. Γράφει ο Αυγέρης: «Η μεταβολή ήταν απότομη, αληθινή μεταστροφή. Στη συνείδηση του Ποιητή άλλαξε ολότελα η αντίληψη του κόσμου. Από την αισθητική αρχαϊκή και διακοσμητική λογοτεχνία προσγειώνεται ξαφνικά στη σημερινή δραματική πραγματικότητα, αφήνει τους πολυσύχναστους παλιούς δρόμους, αλλάζει πορεία κι ακολουθεί αποφασιστικά τη νέα ανθρωπότητα, που έρχεται ν’ αναγεννήσει τον τόπο. Τη συνείδηση του ποιητή από δω και πέρα θα τη γεμίσει το τρικυμισμένο πνεύμα του εικοστού αιώνα. Η μεταβολή έγινε όταν ο Ποιητής ήταν στο Παρίσι για μετεκπαίδευση. Εκεί όπως σ’ όλη την Ευρώπη είχαν ξεσπάσει τα φιλειρηνικά και κοινωνικά νέα ρεύματα, τα συγχυσμένα αισθήματα της απογοήτευσης, της διαμαρτυρίας, το πνεύμα της επανάστασης». Για το ίδιο θέμα ο Δημήτρης Γληνός έχει γράψει: «Η κρίσιμη στιγμή φυσικά από καιρό ετοιμαζότανε μέσα του. Από τον καιρό που έζησε τον βαλκανικό πόλεμο και τον εθνικό θρίαμβο. Μιαν ανταρσία, μιαν αντίθεση με τα καθιερωμένα είχε πάντα μέσα του. Τώρα, όμως, στο Παρίσι ήρθε σε αμεσότατη επαφή με τις μεγάλες κοινωνικές αντιθέσεις. Ο Ρομαίν Ρολλάν, ο Μπαρμπύς τον επηρεάζουνε. Ακούει την κριτική των αριστερών για το μεγάλο πόλεμο. Και πέρα στο βάθος του ορίζοντα ξεχωρίζει τις τεράστιες φλόγες της ρουσικής επανάστασης». Σε τέτοιες συνθήκες εξωτερικών ερεθισμάτων και εσωτερικής πνευματικής επανάστασης γράφτηκε το ΦΩΣ ΠΟΥ ΚΑΙΕΙ.

Ο ίδιος ο Βάρναλης γράφει γι’ αυτό του, το έργο: «Το “Φως που καίει” το έγραψα στην Αίγινα το καλοκαίρι του 1921. Όμως το διάγραμμα του έργου, την κατανομή του σε τρία μέρη, τα πρόσωπα του διαλόγου και των διαφόρων λυρικών κομματιών τα είχα συλλάβει όταν ακόμη ήμουνα στο Παρίσι. Εκεί μάλιστα έγραψα και τις πρώτες στροφές από το “Τραγούδι των Ωκαιανίδων”… Το έργο μου αυτό τυπώθηκε στην Αλεξάνδρεια από το Στέφανο Πάργα (έκδοση “Γραμμάτων”) με το ψευδώνυμο Δήμος Τανάλιας στην αρχή του 1923. Ήτανε για την Ελλάδα η πρώτη επαναστατική κραυγή ενάντια στο τεράστιο έγκλημα του παγκόσμιου μακελειού».

ΤΟ ΦΩΣ ΠΟΥ ΚΑΕΙ, όπως ήταν επόμενο, τάραξε τα λιμνάζοντα νερά στους λογοτεχνικούς κύκλους της εποχής και προκάλεσε έντονες συζητήσεις. Ο Ξενόπουλος το χαρακτήρισε σταθμό στα Ελληνικά Γράμματα ενώ ο ίδιος ο ποιητής «Μάλλον αρχή», εννοώντας προφανώς ότι επρόκειτο για μια νέα δική του αρχή, αλλά και μια αρχή στην κοινωνική ποίηση του 20ού αιώνα. Ο Μ. Μ. Παπαϊωάννου μιλάει για αρχή «της σοσιαλιστικής μας λογοτεχνίας» που «είναι μέρος της νεοελληνικής μας λογοτεχνίας», με αποτέλεσμα – κατά τη γνώμη του – το δίκαιο να βρίσκεται με τη γνώμη του Ξενόπουλου. Για τον Κορδάτο με το ΦΩΣ ΠΟΥ ΚΑΙΕΙ «ο Βάρναλης ξεσπαθώνει και βρίσκεται πρωτοπόρος στο προοδευτικό κίνημα».

Αντίθετα από τις παραπάνω κρίσεις, οφείλουμε να σημειώσουμε ότι το ΦΩΣ ΠΟΥ ΚΑΙΕΙ δεν έκανε καθόλου καλή εντύπωση στον Καζαντζάκη, αν και η πρώτη του επαφή με το έργο ήταν από τις βιβλιοκριτικές του ΝΟΥΜΑ. Σ’ ένα γράμμα του προς την τότε σύζυγό του και μεγάλη λογοτέχνιδα Γαλάτεια, ο Ν. Καζαντζάκης έγραφε: «Cherie, τώρα λαβαίνω τις εφημερίδες με το “Νουμά”. Ξεφυλλίζοντας το “Νουμά” είδα μια κριτική για κάποιο “Τανάλια”. Δεν τολμώ να πιστέψω πως είναι ο Βάρναλης. Θα ‘ναι κανείς μαθητής καθυστερημένος του Παλαμά. Σκέψη, στίχος, ρητορεία – όλα Παλαμοφέρνουν. Αν πρόκειται για το Βάρναλη σε παρακαλώ θερμότατα στείλε μου το βιβλίο για να το διαβάσω με προσοχή. Θέλω ν’ αλλάξω γνώμη. Αφήνω τη σκέψη του (πόσο είναι “σοσιαλιστικά” πίσω δε λέγεται), ο στίχος, η ποίηση, είναι ανάξια ρητορεία κι αφηρημένες έννοιες και κεφαλαία γράμματα». Φυσικά ο Καζαντζάκης δεν είχε δίκιο, αλλά η γνώμη του, έστω και πρόχειρα διατυπωμένη, ως ιστορικό γεγονός έχει τη δική της ξεχωριστή βαρύτητα.

Το 1923, πάλι, ως Δήμος Τανάλιας, ο Βάρναλης εκδίδει, πάλι, στην Αλεξάνδρεια έναν τόμο με τρία διηγήματα και με τον τίτλο «ο λαός των Μουνούχων». Το 1925 θα εκδώσει τη μελέτη «Ο Σολωμός χωρίς μεταφυσική» και το 1927 το ποιητικό έργο «Σκλάβοι πολιορκημένοι». Το ποιητικό του έργο μέσα σ’ αυτήν την πενταετία 1922 – 1927, τόσο πολύ σφράγισε τη νεοελληνική γραμματεία που ήταν αδύνατο να το αγνοήσουν ακόμη και ακραιφνείς αντικομμουνιστές κριτικοί της λογοτεχνίας. 
Ένας τέτοιος, ο Ανδρέας Καραντώνης, που στα χρόνια του εμφυλίου πολέμου έγραφε κάτι ανόητα θεατρικά με πρωταγωνιστές ηγέτες του ΚΚΕ και του ΔΣΕ, γράφει για το ποιητικό έργο του Βάρναλη στην προαναφερόμενη πενταετία: «Μέσα σ’ αυτή την πενταετία, δηλαδή ανάμεσα στα τριάντα οχτώ και σαράντα τρία χρόνια του, ο Βάρναλης διαμόρφωσε την εντελώς δική του προσωπικότητα σαν “πρωτότυπος” ή σαν “καινούριου τύπου” ποιητής. Με το απόθεμα αυτό πήρε μια κορυφαία θέση στη νεοελληνική ποιητική μας παράδοση. Κι αν δε θεωρήθηκε σαν ποιητής που “εγκαινιάζει μια νέα ποίηση”, η ποίησή του εκτιμήθηκε σαν εμπλουτισμός της παράδοσης και πλούσια ενίσχυσή της με νέα θέματα, με νέες ιδέες».

Το 1931 ο Βάρναλης εξέδωσε την «Αληθινή Απολογία του Σωκράτη», για την οποία ο Παλαμάς τού έγραψε: «Με τα γραμμένα σου μου φαίνεται, πως δύο κλίκες ζεσταίνεις, εκείνους, που θέλουνε να σε αφορίσουν, κ’ εκείνους που ζητάνε να σε φιλήσουν. Είναι και μια τρίτη, που αισθάνεται και τα δύο διαβάζοντας σε, όσο κι αν τέτοιο αίσθημα μπερδεύει». 
Το 1938 εκδόθηκαν οι «Ζωντανοί άνθρωποι», το 1946 το «Ημερολόγιο της Πηνελόπης», το 1956 οι «Διχτάτορες» και η επιλογή από το μέχρι τότε ποιητικό έργο υπό το γενικό τίτλο «Ποιητικά». Το 1958 βγήκαν σε δύο τόμους τα «Αισθητικά – κριτικά» και το 1959 ο ποιητής βραβεύεται στη Μόσχα με το Βραβείο Λένιν για τους αγώνες και το έργο του υπέρ της Ειρήνης.

Το 1965, ο ποιητής εξέδωσε την ποιητική του συλλογή «Ελεύθερος Κόσμος» και το 1972 το θεατρικό του «Ατταλος ο Γ΄». Μετά το θάνατό του (1975) εκδόθηκε η τελευταία του ποιητική συλλογή, γραμμένη στα χρόνια της χούντας, με αντιδικτατορικά ποιήματα, ενώ το 1980 εκδόθηκαν για πρώτη φορά σε βιβλίο τα «Φιλολογικά Απομνημονεύματα» και το 1985 η πρώτη του ποιητική συλλογή με τον γενικό τίτλο «Πυθμένες».

Ο Βάρναλης υπήρξε κορυφαίος φιλόλογος από τους καλύτερους της εποχής του και έχει να παρουσιάσει ενδιαφέρον μεταφραστικό έργο. Συγκεκριμένα, μετέφρασε τις κωμωδίες του Αριστοφάνη: Βάτραχοι, Εκκλησιάζουσες, Ιππείς, Ιππόλυτος, Λυσιστράτη, Πλούτος και Τρωαδίτισσες. Επίσης, έχει μεταφράσει Μολιέρο, Πούσκιν κ.ά. Ένα χαρακτηριστικό στην ποιητική δουλειά του Βάρναλη είναι ότι ποτέ δεν άφηνε τα ποιήματά του, όπως τα είχε φτιάξει αρχικά. Συνεχώς τα ξαναεπεξεργαζόταν με αποτέλεσμα οι επανεκδόσεις τους να παρουσιάζουν αρκετές διαφορές από τις εκδόσεις που είχαν προηγηθεί. Έτσι, αν κάποιος θέλει να μελετήσει τον Βάρναλη οφείλει να αναζητήσει το έργο του σε όλες του τις εκδόσεις δεδομένου ότι 31 χρόνια μετά το θάνατό του δεν έχει υπάρξει μια έκδοση των απάντων του και οι επανεκδόσεις των έργων του δε διακρίνονται από τη φιλολογική πληρότητα που απαιτείται.

Αντί επιλόγου
Αν και είναι απολύτως σαφές, πρέπει να υπογραμμιστεί ότι ο Βάρναλης υπήρξε κομμουνιστής με διαρκή προσφορά και συμμετοχή στους αγώνες της εργατικής τάξης. Το 1935, για παράδειγμα, για τη δράση του εξορίστηκε στον Αϊ-Στράτη και στη Μυτιλήνη, ενώ πάντοτε υπήρξε στο στόχαστρο της στρατευμένης αστικής διανόησης και των ιδεολογικών μηχανισμών του καθεστώτος. Η εργατική τάξη με το κόμμα της, το ΚΚΕ, αντιμετώπιζαν τον ποιητή, με ιδιαίτερη αγάπη και φροντίδα. 
Ανάμεσα στα άλλα αξίζει να αναφερθεί ότι: Μετά την απελευθέρωση, ο Βάρναλης δούλευε στον «Ριζοσπάστη» γεγονός που ναι μεν του εξασφάλιζε τα προς το ζην αλλά του δημιουργούσε εμπόδια και του στερούσε τον αναγκαίο χρόνο, για να αφιερωθεί στην καλλιτεχνική του δημιουργία. Το γεγονός αυτό υπέπεσε στην αντίληψη του Ν. Ζαχαριάδη και αντιμετωπίστηκε αμέσως. Ο Ζαχαριάδης – γράφει ο Β. Γεωργίου στις αναμνήσεις του – «εκτιμούσε αναμφισβήτητα την πνευματική δουλειά και δέχτηκε αμέσως την πρότασή μας να δοθεί στον Βάρναλη εξάμηνη πληρωμένη άδεια για να γράψει το “Ημερολόγιο της Πηνελόπης”».

Ας επιστρέψουμε, όμως, εκεί απ’ όπου ξεκινήσαμε, στο θάνατο του μεγάλου ποιητή.
Όταν έγινε γνωστός ο θάνατος του Βάρναλη βαθιά συγκίνηση πλημμύρισε τις καρδιές των απλών ανθρώπων, των διανοουμένων, ακόμη και των πολιτικών του αντιπάλων. Παρά το γεγονός ότι ο ποιητής έφυγε πλήρης ημερών, η απώλεια ήταν πραγματικά μεγάλη και δυσαναπλήρωτη. Τέτοιες μορφές δεν εμφανίζονται συχνά. «Όλη η Ελλάδα πενθεί τον κορυφαίο ποιητή της», έγραφε ο «Ριζοσπάστης» στις 17/12/1974.
Στο τηλεγράφημά της προς την σύζυγό του Δώρα Μοάτσου – Βάρναλη και την κόρη του Ελένη, η ΚΕ του ΚΚΕ έλεγε: «Εκφράζουμε τη βαθύτατη θλίψη μας και τα πιο ειλικρινή συλλυπητήρια μας για το χαμό του μεγάλου Βάρναλη. Με το αστραποβόλο ποιητικό έργο του και την ακλόνητη στάση του κατέκτησε επάξια τον τίτλο του Ποιητή του Λαού. Το έργο του θα μείνει αθάνατο».

Με τη γυναίκα του, Δώρα Μοάτσου – Βάρναλη
Ανακοινώσεις εξέδωσαν, επίσης, η ΕΣΗΕΑ, οι οργανώσεις της Εθνικής Αντίστασης, η ΚΝΕ και άλλες νεολαιίστικες οργανώσεις, η Εταιρεία Ελλήνων Λογοτεχνών, οργανώσεις της εργατικής τάξης και άλλων λαϊκών στρωμάτων, άνθρωποι της Τέχνης, των Επιστημών και των Γραμμάτων. Τη μέρα της κηδείας του και αργότερα, εκδηλώσεις αποχαιρετισμού οργανώθηκαν σε όλη τη χώρα αλλά και στο εξωτερικό, όπου υπήρχαν Ελληνες.
Η κηδεία του Βάρναλη έγινε από το Α΄ Νεκροταφείο στις 18 Δεκέμβρη 1974, στις 4.30 μ.μ. Έως την τελευταία του κατοικία τον συνόδεψε μια «ατέλειωτη πορεία λαού», σύμφωνα με το πρωτοσέλιδο του «Ριζοσπάστη» της επόμενης μέρας. Εκεί η οικογένειά του, οι φίλοι του, κορυφαίοι λογοτέχνες, ο Γιάννης Ρίτσος, η ηγεσία του ΚΚΕ με επικεφαλής τον Χαρίλαο Φλωράκη, εκπρόσωποι άλλων κομμάτων, πλήθος προσωπικοτήτων. Τα πρόσωπα, η συγκίνηση, οι επικήδειοι λόγοι, το αποχαιρετιστήριο ποίημα που διάβασε για τον εκλιπόντα ο Ρίτσος, η λαοθάλασσα, οι παρόντες κι ακόμη περισσότερο οι απόντες δεν άφηναν καμία αμφιβολία πως όλη η χώρα γονάτιζε ευλαβικά μπρος στο μεγάλο της νεκρό. Όμως, η μεγαλύτερη τιμή γι’ αυτόν εκφράστηκε μ’ ένα μόνο σύνθημα τη στιγμή που οι χιλιάδες του λαού φώναζαν: «Είσαι οδηγητής για μας Ποιητή της εργατιάς». 
Όποιος έρχεται σ’ επαφή με το έργο του μπορεί, χωρίς την παραμικρή δυσκολία, να αντιληφθεί πόση αλήθεια κρύβουν αυτές οι λίγες λέξεις.

Ο ΟΔΗΓΗΤΗΣ

Δεν είμαι εγώ σπορά της τύχης
ο πλαστουργός της νιας ζωής
Εγώ είμαι τέκνο της ανάγκης
κι ώριμο τέκνο της οργής

Δεν κατεβαίνω από τα νέφη,
γιατί δε μ’ έστειλε κανείς
Πατέρας, τάχα παρηγόρια
για σένα, σκλάβε, που πονείς.

Ουράνιες δύναμες, αγγέλοι,
κρίνα, πουλιά και ψαλμουδιές —
τίποτα! Εμένα παραστέκουν
οι θυμωμένες σας καρδιές.

Εγώ του καραβιού γοργόνα
στ’ ορθόπλωρο καράβι μπρος.
Απάνω μου σπάνε φουρτούνες
κι άγριος ενάντια μου καιρός.

Μέσα στο νου και στην καρδιά μου
αιώνων φουντώσανε ντροπές
και την παλάμη μου αρματώνουν
με φλογισμένες αστραπές.   // στην α’ δημοσίευση: με φλογομένες αστραπές

Ένας δεν είμαι, μα χιλιάδες!
Όχι μονάχα οι ζωντανοί —
κι οι πεθαμένοι μ’ ακλουθάνε
σε μιαν αράδα σκοτεινή.

Μα κι όσοι αγέννητοι, χιλιάδες  // στην α’ δημοσίευση: Αλλά κι όσοι αγέννητοι, χιλιάδες
άπλαστοι ακόμα με βλογούν
κι όλοι ακουμπάνε τα σπαθιά τους
απάνω μου και τα λυγούν. // στην α’ δημοσίευση: στα στήθη μου και τα λυγούν.

Δε δίνω λέξες παρηγόρια,
δίνω μαχαίρι σ’ ολουνούς·
καθώς το μπήγω μες στο χώμα
γίνεται φως, γίνεται νους.

Άκου, πώς παίρνουν οι αγέρες // στην α’ δημοσίευση: Άκου, πώς παίρνουν οι αγέροι
χιλιάδων χρόνων τη φωνή!
Μέσα στο λόγο το δικό μου
όλ’ η ανθρωπότητα πονεί.

Ω! πώς τον παίρνουν οι αγέρες
και πώς φωνάζουνε μετά
άβυσσοι μαύροι, τάφοι μαύροι,
ποτάμια γαίματα πηχτά!

Όθε περνά, γκρεμίζει κάτου
σαν το βοριά, σαν το νοτιά
όλα τα φονικά ρηγάτα
θεμελιωμένα στην ψευτιά.

Κι ένα στυλώνει κι ανασταίνει,
το ’να βασίλειο της Δουλειάς, // στην α’ δημοσίευση: ένα βασίλειο της Δουλειάς,
(Ειρήνη! Ειρήνη!) το βασίλειο
της Πανανθρώπινης Φιλιάς.

“όλες οι τέχνες “πολιτεύονται”, είτε το ξέρουνε είτε όχι,
είτε τους φαίνεται είτε όχι.”

Παραθέματα

ΚΩΣΤΑΣ ΒΑΡΝΑΛΗΣ «ΦΙΛΟΛΟΓΙΚΑ ΑΠΟΜΝΗΜΟΝΕΥΜΑΤΑ» Εκδόσεις ΚΕΔΡΟΣ

Ο κομμουνιστής Βάρναλης.
Ο Βάρναλης, έγραψε με πλήρη επίγνωση ότι «όλες οι τέχνες “πολιτεύονται”, είτε το ξέρουνε είτε όχι, είτε τους φαίνεται είτε όχι. Κι η επαναστατική τέχνη “πολιτεύεται” -έλεγε ο Βάρναλης- με τη διαφορά, πως το ξέρει. Γιατί αν είναι κανείς συντηρητικός από κοινωνική Συνήθεια, γίνεται επαναστάτης μονάχα από γνώση της πραγματικότητας κι από αντίδραση στη Συνήθεια».
Ο Κώστας Βάρναλης
σε σκίτσο του Γιάννη Ρίτσου.

* Ο τιμημένος με το Βραβείο Λένιν για την Ειρήνη (1969) σε εκδήλωση στη Μόσχα, απαντώντας στην κατηγορία ότι ανήκει στη “στρατευμένη Τέχνη”, θα απαντήσει με αυτά τα σταράτα λόγια:

“…το δόγμα “η Τέχνη δεν κάνει πολιτική” διαψεύδεται από τα πράγματα. Ο Αριστοφάνης, ο Ντάντες, ο Θερβάντες, ο Ζολά, ο Τολστόι κάνουνε πολιτική. Πολιτική κατά των “κακώς κειμένων”. Πολιτική έξω απ’ τα δόντια. Ποιος μυθολόγος της εξωπολιτικής Τέχνης θα ‘χει το κουράγιο να υποστηρίξει πως αυτοί οι ήλιοι του πνευματικού στερεώματος δεν είναι μέγιστοι δημιουργοί του λόγου; Να λοιπόν, μια απόδειξη πως η Τέχνη μπορεί να κάνει πολιτική, χωρίς να πάψει να ‘ναι Τέχνη και μάλιστα τρισμεγάλη. Ζήτημα, λοιπόν, υπάρχει μόνο για το ποια πολιτική δίνει ζωή και δύναμη στην Τέχνη και την απλώνει στο χώρο και στο χρόνο και ποια πολιτική τη χαλάει, τη σκοτώνει και τη μεταβάλλει σε καπνό χωρίς φλόγα…».
Αισθητικά – Κριτικά, Α´. Εκδόσεις «Ο Κέδρος», 1958. 37.
* Η τέχνη έχει για κύριο σκοπό της να τέρψει ―να τέρψει αισθητικά. Κοινωνικοποιεί το συναίσθημα, φρονηματίζει, ακόμα και διδάσκει, αλλ’ όταν κουτσαίνει από την άποψη της τεχνικής και της έμπνευσης, όλη της η «διδασκαλία» γίνεται «ασκός ήχων».
Αφήγηση Αιμίλιου Καλιότσου. Έλλη Αλεξίου, Υπό εχεμύθειαν. Εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή», 1976. 181.
* Ο Σικελιανός με το έργο του θέλει να κοροϊδέψει τον εαυτό του. Ο Καζαντζάκης με το έργο του θέλει να κοροϊδέψει τους άλλους.

ΚΩΣΤΑΣ ΒΑΡΝΑΛΗΣ “ΑΙΣΘΗΤΙΚΑ, ΚΡΙΤΙΚΑ, ΣΟΛΩΜΙΚΑ” Εκδόσεις ΚΕΔΡΟΣ
* Ο Κώστας Βάρναλης γράφει για ένα «αδίκημα» του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη:
Αλλά ίσως να είχε κάμει και “αδικία” σε κάποια κοπέλα! Να, όπως στο περιστατικό με το Μιλτιάδη Μαλακάση στη Δεξαμενή, όπου τον πλησίασε σκυθρωπός και μαζεμένος ο κυρ Αλέξανδρος. “Καλώς τον κυρ Αλέξανδρο”! 
Ο κυρ Αλέξανδρος δεν κάθισε, παρά είπε όρθιος: “Μίλτο, μπορείς να μου δανείσεις μια μαύρη γραβάτα;”. “Ευχαρίστως, αλλά τι τη θες;”. “Πέθανε η τάδε…Την είχα “αδικήσει”. Και τώρα θέλω να πενθήσω“! Θα φαντάζεται κανείς τι μεγάλο “αδίκημα” της είχε κάνει! Τουλάχιστο την απάτησε κι ύστερα την εγκατάλειψε… Κι όμως το “αδίκημά” του ήτανε πολύ φοβερότερο- έτσι το ένιωθε! Όταν ήτανε δώδεκα χρονών στη Σκιάθο, τόνε πήρε ένα Σαββατοκύριακο ο πατέρας του ο παπάς και μαζί μ’ άλλους πιστούς πήγανε στο ξωκλήσι του Αη- Γιάννη του Μαγκούφη, όπου θα περνούσανε τη νύχτα.
Τη νύχτα κοιμηθήκανε σε χωριστό δωμάτιο οι θηλυκοί και σε χωριστό οι αρσενικοί. Αλλά ένας συνομήλικος του Παπαδιαμάντη τον παρέσυρε στο «βάραθρο της ακολασίας»! Του είπε να πάνε κρυφά έξω από το δωμάτιο των γυναικών και να τις ιδούνε από τη χαραμάδα. Ο Αλέξανδρος υπόκυψε στον πειρασμό. Ανέβηκε σε μια πέτρα, τέντωσε το λαιμό του κι είδε την κοπέλα να… γδύνεται! Αυτό ήταν το μεγάλο “αδίκημά” του. Αν την έβλεπε γυμνή, χωρίς να θέλει, το αδίκημα θα ήταν μικρότερο. Αλλά τώρα πήγε επίτηδες. Και “ήδη εμοίχευσεν εν τη καρδία αυτού”, γράφει ο Βάρναλης με αγαθήν “ειρωνία”.

* Ο Κώστας Βάρναλης διηγείται το παρακάτω ανέκδοτο για τον Λορέντζο Μαβίλη που στα 1912 σκοτώθηκε υπηρετώντας ως εθελοντής (διοικητής λόχου στους γαριβαλδινούς του Αλ. Ρώμα):
 Μια φορά ο λόχος του είχε μπει σ’ ένα μικρό χωριουδάκι πριν απ’ αυτόν. Γιατί δεν πήγαινε ποτές καβάλλα (όπως οι άλλοι λοχαγοί) μα με τα πόδια, για να υποφέρει τις ίδιες ταλαιπωρίες με τους στρατιώτες του. Οι στρατιώτες πέσαν αμέσως στο πλιάτσικο. Αλλά από ένα τόσο φτωχό χωριουδάκι τι να πάρουνε; Καμιά κότα, λίγη μπομπότα, λίγο ξεροτύρι. Όταν το έμαθε ο Μαβίλης, στενοχωρέθηκε πολύ και ντράπηκε. Δεν ήθελε ο δικός του λόχος να κάνει τέτοιες απρέπειες. Ας ήταν ο λόχος κανενός άλλου! Ή τουλάχιστον, μια κι ήταν ο δικός του, να μην το μάθαινε! Μα οι στρατιώτες του είχαν την ευγένεια να προσφέρουν και στο λοχαγό τους λίγη κότα ψητή. Ο Μαβίλης αρνήθηκε θυμωμένος. Και τότε ο Ρώμας γύρισε και του είπε γελώντας: «Μα μήπως η χτεσινή κότα που έφαγες, ήταν αγορασμένη;».

* 1911. Δάσκαλος στα Μέγαρα. Ο Κώστας Βάρναλης θυμάται τον καιρό (1911) που δούλευε καθηγητής στα Μέγαρα: Γραμματική της αττικής διαλέκτου (ευκτική, τα εις -μι ρήματα, κατηγορηματική μετοχή, τα μνήμης και λήθης σημαντικά και όλη η ρέστη κόλαση του αρχαίου τυπικού και συνταχτικού). Και μαζί λατινικά -Sicilia est insula, Graecia habet poetas!!… Όλην αυτήν την πτωμαϊνη την προσφέρναμε πρωί πρωί στα πιο φυσικά, στα πιο ατόφια, στα πιο γνήσια τέκνα της μάνας γης. Ο οδοστρωτήρας της κλασικής παιδείας (που είναι… αριστοκρατική) ήθελε να περάσει πάνου απ’ αυτές τις λαϊκές ψυχές, που ήτανε από σιδερόπετρα. Ενώ τους χρειαζότανε γεωργική και πραχτική μόρφωση. Σήμερα τα Μέγαρα έχουνε και… γυμνάσιο!
Ο Σπυράκης κι εγώ προσπαθούσαμε ν’ ανοίγουμε κανένα παράθυρο σ’ αυτό το ντουβάρι της κλασικής μόρφωσης. 
Να μπαίνει ήλιος! Εκείνος σαν φυσικομαθηματικός και καλός παιδαγωγός έδινε στα μεγαριτάκια μπόλικες και χρήσιμες πραχτικές γνώσεις. Εγώ προσπαθούσα να τους… ξαναθυμίσω τη «νεοελληνική τους πραγματικότητα», να τους γνωρίσω τα δημοτικά κείμενα και να τους κάνω να μην περιφρονούνε τη γλώσσα τους. Πάντα με προσοχή, γιατί ήξερα πως κείνη την εποχή το μεγαλύτερο εθνικό έγκλημα ήτανε ο… μαλλιαρισμός! Κι εγώ ήμουνα… σεσημασμένος μαλλιαρός!
Κάποια χρονιά που είχα συγκεντρωμένα στην Γ΄ ελληνικού πολλά καλά παιδιά, τους δίδαξα ολάκερο τον “Εθνικό Ύμνο” του Σολωμού, που δεν τον είχε το πρόγραμμα. Βρέθηκε αμέσως ο “επιστήμονας” του χωριού να με καταγγείλει στο υπουργείο ότι υπονομεύω την αθάνατον ημών γλώσσαν άτε διδάσκων εις τους παίδας τον “Εθνικόν Ύμνον!”. Πού να το φανταζότανε ο Σολωμός ότι ο ύμνος του θα μπορούσε να χρησιμέψει για τεκμήριο εθνικής προδοσίας. Και το υπουργείο με κάλεσε “εις απολογίαν!”.
 
Βιβλιογραφία, πηγές

1. «Ριζοσπάστης» 17/12/1974

2. «Ριζοσπάστης» 6/12/1974

3. «Ριζοσπάστης» 17/12/1974

4. Κώστα Βάρναλη: «Ποιητικά», εκδόσεις ΚΕΔΡΟΣ, σελ. 9 – 10

5. Στην τιμητική έκδοση για τα πενηντάχρονα του έργου του, που πρωτοκυκλοφόρησε τον Απρίλη του 1957, ως έτος γέννησής του αναφέρεται το 1884. Στα Φιλολογικά του απομνημονεύματα οι επιμελητές της έκδοσης αναφέρουν ότι γεννήθηκε το 1883. Στο «Ατομικό Δελτίο Συντάκτου της ΕΣΗΕΑ ως έτος γεννήσεως αναφέρεται το 1881.

6. Κώστας Βάρναλης: «Φιλολογικά απομνημονεύματα», εκδόσεις ΚΕΔΡΟΣ, σελ. 24 – 25

7. Ο Καρολίδης υπήρξε ο συνεχιστής της «Ιστορίας του Ελληνικού Εθνους» του Κ. Παπαρρηγόπουλου, ακραιφνής συντηρητικός και οπαδός των θεωριών περί προαιώνιας ύπαρξης του ελληνικού έθνους

8. Κώστας Βάρναλης: «Φιλολογικά απομνημονεύματα», εκδόσεις ΚΕΔΡΟΣ, σελ. 56 – 57

9. Κώστας Βάρναλης, στο ίδιο, σελ. 169

10. Κώστα Βάρναλη: «ΠΥΘΜΕΝΕΣ», Εκδόσεις ΚΕΔΡΟΣ, 1985. Ο Βάρναλης είχε στείλει τους «ΠΥΘΜΕΝΕΣ» στον Παλαμά, ζητώντας απ’ αυτόν την κριτική και τις συμβουλές του, επιθυμία στην οποία ο Παλαμάς ανταποκρίθηκε

11. Κώστα Βάρναλη: «Αισθητικά – Κριτικά», εκδόσεις ΚΕΔΡΟΣ, τόμος β’, σελ. 158

12. Μάρκου Αυγέρη: «Κώστας Βάρναλης – Ο δάσκαλος του ποιητικού λόγου», ΑΥΓΗ 28/2/1954 και στη συλλογή του Μάρκου Αυγέρη «Κριτικά – Αισθητικά», εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή» σελ. 25

13. Κώστα Βάρναλη: «ΚΗΡΗΘΡΕΣ», εκδόσεις ΚΕΔΡΟΣ, σελ. 11

14. Μ. Μ. Παπαϊωάννου: «Κώστας Βάρναλης – Μελέτες», εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή», σελ., 20

15. Γιάννη Κορδάτου: «Ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας», εκδόσεις ΒΙΒΛΙΟΕΚΔΟΤΙΚΗ,. Αθήνα 1962, τόμος β΄, σελ. 476 – 477

16. Μάρκου Αυγέρη: «Κώστας Βάρναλης – Ο δάσκαλος του ποιητικού λόγου», ΑΥΓΗ 28/2/1954 και στη συλλογή του Μάρκου Αυγέρη «Κριτικά – Αισθητικά», εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή» σελ. 27

17. «Κώστας Βάρναλης – 10 Χρόνια από το θάνατό του», έκδοση του υπουργείου Πολιτισμού, σελ. 21

18. Κώστας Βάρναλης: «Φιλολογικά απομνημονεύματα», εκδόσεις ΚΕΔΡΟΣ, σελ. 283 – 284

19. Κώστα Βάρναλη: «Το φως που καίει», εκδόσεις ΚΕΔΡΟΣ, σελ. 8

20. Μ. Μ. Παπαϊωάννου, στο ίδιο, σελ. 32

21. Γ. Κορδάτου: στο ίδιο, σελ. 478

22. Νίκου Καζαντζάκη: «Επιστολές προς Γαλάτεια», εκδόσεις ΔΙΦΡΟΣ, σελ. 144

23. Ανδρέα Καραντώνη: «Νεοελληνική Λογοτεχνία – Φυσιογνωμίες», εκδόσεις «Παπαδήμα», τόμος Β΄, σελ. 205

24. Κ. Βάρναλη: «Πεζός λόγος», εκδόσεις ΚΕΔΡΟΣ, σελ. 13

25. Για την εμπειρία του Βάρναλη στην εξορία βλέπε: Μπερτ Μπελτς: «Εξόριστοι στο Αιγαίο», εκδόσεις «Φιλίστωρ», σελ. 110 – 119

26. Βάσου Γεωργίου: «Η ζωή μου», Αθήνα 1992, σελ. 467

27. https://www.catisart.gr

Επιμέλεια: Αγγελόπουλος Γιώργος (μέλος στο Δ.Σ) – Τετάρτη 19 – 12 – 2020

Τέχνη στην πόλη – τέχνη για την πόλη

Τέχνη στην πόλη 2

 

Η διάχυση της τέχνης στην πόλη και η ανάδειξη της εικαστικής μας κληρονομιάς αποτελούν σταθερές επιδιώξεις για τον Πολιτιστικό Οργανισμό του Δήμου Πατρέων. Στο πλαίσιο αυτής της προσπάθειας  αναπτύχθηκε μία ενιαία εικαστική δράση για την περίοδο των γιορτών, με τη στενή συνεργασία ανάμεσα στο Εικαστικό Εργαστήριο, τη Δημοτική Πινακοθήκη και τη Δημοτική Βιβλιοθήκη.

Αναπαραγωγές έργων Ελλήνων – και μεταξύ αυτών και αρκετών Πατρινών – εικαστικών, που ανήκουν στη μόνιμη συλλογή της Δημοτικής Πινακοθήκης, τοποθετούνται στις στάσεις των λεωφορείων,ώστε να ενεργοποιήσουν μια νέα διάσταση στην καθημερινή μας μετακίνηση, προσδιορίζοντας ταυτόχρονα μια πολιτιστική διαδρομή .

Αναπαραγωγές έργων που ανήκουν στη Δημοτική Βιβλιοθήκη, αναπτύσσονται σε πλατείες, αποτελώντας επιμέρους τμήματα μιας συνολικής έκθεσης εκτεινόμενης σε όλη την πόλη με θέμα το καράβι, που υπήρξε παραδοσιακό στοιχείο των στολισμών των Χριστουγέννων, αλλά και σύμβολο ελπίδας .

Την έναρξη της ενιαίας δράσης «σηματοδότησε» η ανάπτυξη στην πλατεία Ελευθερίας, το μεσημέρι της Παρασκευής (σήμερα), του συνόλου των έργων που θα  υπάρχουν στις πλατείες.

Μέρος τους έχει αναπτυχθεί επίσης στις πλατείες Υψηλών Αλωνίων, Αγίας Σοφίας και στην πλατεία Παναγιώτη Κοσιώνη. Όλα έχουν ως θέμα το καράβι, το οποίο αποτελεί παραδοσιακό στοιχείο στον Χριστουγεννιάτικο στολισμό και σύμβολο ελπίδας.

Τα έργα αυτά, που παρουσιάζονται για πρώτη φορά σε δημόσιους υπαίθριους χώρους, τυπώθηκαν και σε μια ειδική συλλεκτική σειρά εορταστικών καρτών με τις ευχές του Πολιτιστικού Οργανισμού στους δημότες. Το αμέσως επόμενο διάστημα από τις ηλεκτρονικές σελίδες του Πολιτιστικού Οργανισμού και των δομών του, θα γίνεται ψηφιακή παρουσίαση των έργων και των καρτών.

Στο πλαίσιο της σύνδεσης της κοινωνικής πολιτικής του δήμου με τον πολιτισμό, δημιουργήθηκε ένας μεγάλος αριθμός εικαστικών κεραμικών, βασισμένων στη δωρεά της συλλογής Γ. Χατζηγιάννη, διακοσμημένων από τους κεραμίστες του Εικαστικού Εργαστηρίου, που προσφέρονται σε όλες τις δομές κοινωνικής στήριξης (στη δημιουργία των έργων εργάστηκαν οι:Ganaelle Bressoud, Μαρία Κανελλοπούλου, Τότα Κοντόγεωργα, Σπύρος Μεθενίτης, Δώρα Μόρφη).

Στη δύσκολη σημερινή συγκυρία, που παρεμποδίζει την άμεση ανθρώπινη επαφή, θεωρούμε ότι και αυτό το «εικαστικό άνοιγμα» στο δημόσιο χώρο υπογραμμίζει, για ακόμα μια φορά, την προσπάθειά να αναδειχτεί ότι η απόλαυση της τέχνης δεν αποτελεί προνόμιο πολυτέλειας, αλλά δικαίωμα όλων μας. Πολύ περισσότερο, πιστεύουμε ότι και αυτή η εικαστική δράση μπορεί να συμβάλλει στο να δώσει δύναμη, αντοχή, κουράγιο, να προσδώσει φως και χρώμα στην καθημερινότητα των κατοίκων της Πάτρας σε αυτές τις συνθήκες, φέρνοντάς τους σε επαφή ταυτόχρονα με ένα σημαντικό τμήμα έργων από τις συλλογές της Δημοτικής Πινακοθήκης και της Δημοτικής Πινακοθήκης, που αποτελούν περιουσία του Πατρινού λαού.

Την επιμέλεια των έργων που τοποθετήθηκαν στις στάσεις των αστικών διαδρομών είχε ο ιστορικός τέχνης Γρηγόρης Αναγνώστου και των έργων που έχουν αναπτυχθεί στις πλατείες ο εικαστικός Παναγιώτης Φερεντίνος

Στην πλατεία Ελευθερίας κατά την διαδικασία ανάρτησης των έργων το παρών έδωσαν η πρόεδρος του Πολιτιστικού Οργανισμού Κατερίνα Γεροπαναγιώτη, η πρόεδρος του κεντρικού διαμερίσματος του Δήμου Πατρέων Μηλιά Θεοφιλάτου, η προϊσταμένη της Δημοτικής Βιβλιοθήκης , η προϊστάμενη του τμήματος Παραγωγής, η υπεύθυνη του Εικαστικού Εργαστηρίου, ο εικαστικός Παναγιώτης Φερεντίνος  η κεραμίστρια Τότα Κοντογεώργα  και εκπρόσωπος του Παμμικρασιατικού Συνδέσμου.

Για μία ακόμα φορά μέσα σε δύσκολες συνθήκες λόγω της πανδημίας, οι εργαζόμενοι στη Δημοτική Βιβλιοθήκη, την  Δημοτική Πινακοθήκη, στο Εικαστικό Τμήμα και στο τμήμα Παραγωγής του Πολιτιστικού Οργανισμού, προσπάθησαν και πέτυχαν να παραχθεί ένα εξαιρετικό αποτέλεσμα.

 ΕΟΡΤΑΣΤΙΚΗ ΜΟΥΣΙΚΗ ΣΤΟΥΣ ΔΡΟΜΟΥΣ ΤΗΣ ΠΑΤΡΑΣ

Μία ξεχωριστή νότα δίνουν από σήμερα στην Πάτρα, τα Χριστουγεννιάτικα τραγούδια τα οποία ακούγονται στους δρόμους από τα μεγάφωνα του Δήμου.

Μεταξύ άλλων στη διάρκεια των εορτών θα ακούγονται παραδεισιακά κάλαντα από όλη την Ελλάδα και Χριστουγεννιάτικα κάλαντα από όλο τον κόσμο.

DSC_3340

IMG_20201211_133801IMG_20201211_133722

Ανακοίνωση Αλληλεγγύης

Χριστούγεννα 2020

 

Αγαπητοί φίλοι και μέλη, όπως κάθε χρόνο έτσι και φέτος, τις γιορτινές αυτές μέρες, θα συγκεντρωθούν τρόφιμα στα γραφεία του συλλόγου μας για τις οικογένειες εκείνες που το έχουν ανάγκη και δυστυχώς είναι πολλές..!

Τα φετινά Χριστούγεννα οι ανάγκες των συμπολιτών μας είναι μεγαλύτερες από άλλες χρονιές, κυρίως λόγω της πανδημίας που ήρθε να προστεθεί στις ήδη υπάρχουσες, δυσχεραίνοντας τη ζωή των πιο ευάλωτων από εμάς..!  

Ο Παμμικρασιατικός Σύνδεσμος Πατρών και Περιχώρων θα είναι ανοιχτός κάθε Τρίτη, Πέμπτη, και Παρασκευή, από τις 6:00 μ.μ. έως 8:00 μ.μ. κατά το διάστημα από: 08 έως 18 / 12 / 2020.  

Τηλέφωνα επικοινωνίας: 6977 405 110 και 6908 443 204

Ας δείξουμε όλοι έμπρακτα την αγάπη μας, ανάλογα με τις δυνάμεις που διαθέτει ο καθένας μας,  ώστε να μην αισθανθεί κάνεις μοναξιά στην ψυχή του τα φετινά Χριστούγεννα.

Τιμή στους εκτελεσθέντες ήρωες του μπλόκου των Προσφυγικών από τους ναζί και τους συνεργάτες τους, στις 06/12/2020

Χριστίνα Κονδάκη

Με τρόπο λιτό και συμβολικό τιμήθηκαν φέτος οι ήρωες του μπλόκου των προσφυγικών, στη πόλη μας..! 

Η πανδημία του κορωνοϊού που έχει γκριζάρει την καθημερινότητά μας, αλλά και οι υπέρμετροι περιορισμοί  που έχει επιβάλει η κυβέρνηση ως αποτέλεσμα των  ελλείψεων που υπάρχουν στον τόπο, εξ αιτίας της αποδόμησης όλων των κοινωνικών δομών και αγαθών, συνεπικουρούμενων και από μια ανεξέλεγκτα λαίμαργη τουριστική περίοδο, ο λαός οδηγήθηκε σε ένα 2ο αναγκαστικό Lockdown, με πολλαπλάσια ανθρώπινα θύματα του προηγούμενου.

Κάτω από αυτές τις δύσκολες συνθήκες, ο Παμμικρασιατικός Σύνδεσμός Πατρών & Περιχώρων μαζί με τον Δήμο Πατρέων και άλλους φορείς,  παίρνοντας  όλα τα απαραίτητα μέτρα προστασίας, προχώρησαν στη κατάθεση στεφάνων, ως ελάχιστο φόρο τιμής προς  τους εκτελεσμένους αγωνιστές της Εθνικής Αντίστασης, στις 4 Δεκέμβρη του 1943 από τα Γερμανικά στρατεύματα κατοχής και τους ντόπιους εφιάλτες, δωσίλογους κουκουλοφόρους και ταγματασφαλίτες.

Αρχικά έγινε κατάθεση στεφάνων στον τόπο εκτέλεσης,  στο κτήμα Μουρτζούχου, εκεί όπου εκτελέστηκαν οι 84 αγωνιστές, μεταξύ των οποίων ήταν και οι 63 από το Μπλόκο των Προσφυγικών.
Η τελετή μνήμης ολοκληρώθηκε στην πλατεία Ελευθερίας στα προσφυγικά, τιμώντας τους 63 εκτελεσθέντες του μπλόκου των προσφυγικών. 
Μετά την ολοκλήρωση της ομιλίας της προέδρου του Παμμικρασιατικού Συνδέσμου και του προσκλητηρίου των αγωνιστών, έγινε κατάθεση λουλουδιών και στεφάνων από συγγενείς των ηρώων, τον δήμαρχο Κώστα Πελετίδη, τον εκπρόσωπο του Παμμικρασιατικού Συνδέσμου, της Εθνικής Αντίστασης, του ΚΚΕ κ.ά..!  
 
Ο Παμμικρασιατικός Σύνδεσμος Πατρών και Περιχώρων, με την έδρα του να είναι στην πλατεία Ελευθερίας, στην καρδιά της συνοικίας των Προσφυγικών, φέρει την τιμή και το βάρος της ευθύνης που οφείλει να κουβαλά κάθε πρωτεργάτης στη διάσωση της ιστορικής μνήμης..!